Leasing ΕΙΧ από Ατομική Επιχείρηση

Ο ΚΦΕ (Ν 4172/2013), με το άρθρο 22, καθιερώνει κανόνες για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των ασκούντων επιχειρηματική δραστηριότητα, εκείνων των δαπανών που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης, αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και εγγράφονται στα λογιστικά βιβλία. Επομένως, τίθεται  γενικός κανόνας για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών / εξόδων, με την έννοια ότι καταρχήν εκπίπτουν όλες οι δαπάνες.

Το ως άνω άρθρο 22, ασφαλώς, πρέπει να εξετάζεται συστηματικά και σε σχέση με το επόμενο άρθρο 23, το οποίο αναφέρεται στις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες. Συνεπώς, ο κανόνας που εισάγεται με τον Ν. 4172/2013, είναι ότι όποια δαπάνη πληροί τα κριτήρια του άρθρου 22 και συγχρόνως δεν εμπίπτει στον περιοριστικό κατάλογο των μη εκπιπτόμενων δαπανών του άρθρου 23, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης (Πολ. 1113/2015).

Περαιτέρω, , στο άρθρο 23 δεν γίνεται αναφορά σε έξοδα μετακίνησης (καυσίμων, εισιτηρίων κ.λπ.), ως μη εκπιπτόμενης δαπάνης, πέραν ορισμένων προϋποθέσεων, όπως για παράδειγμα η τμηματική ή ολική εξόφληση να έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής κ.λπ. εφόσον το ύψος των εν λόγω δαπανών υπερβαίνει τα 500 ευρώ ανά συναλλαγή. Εννοείται ότι θα υπάρχουν τα προβλεπόμενα παραστατικά βάσει ΕΛΠ, για την καταχώρισή στα λογιστικά βιβλία.

Ωστόσο, εξαιτίας της περ. ιβ, του άρθρου 23 και με την πιθανότητα οι εν λόγω δαπάνες μετακίνησης να χαρακτηρισθούν από τον φορολογικό έλεγχο ως προσωπικές, ο ατομικός επιχειρηματίας είναι σκόπιμο να συσχετίζει τα έξοδα αυτά με τα έσοδα της επιχείρησής του. Αυτό μπορεί να γίνει με την σύνταξη κατάστασης εξόδων ανά περιοδεία που πραγματοποιεί. Χρειάζεται να τονίσουμε ότι ο νόμος δεν θέτει περιορισμούς ή αντικειμενικά κριτήρια αναφορικά με το ετήσιο ύψος των συγκεκριμένων εξόδων κίνησης (γεγονός που υφίστατο με τον προηγούμενο ΚΦΕ) όπως λ.χ. το μέγεθος του κινητήρα (κ.ε.) του επιβατικού αυτοκινήτου που χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις του ο επιχειρηματίας.

Ο τελευταίος, επίσης, μπορεί να μειώσει το σχετικό έξοδο, καταχωρίζοντας ένα μέρος αυτού ως μόνιμη διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης, υπό την έννοια ότι ένα επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης, το οποίο χρησιμοποιείται σε επιχειρηματική δραστηριότητα, ασφαλώς αφορά και προσωπικές – οικογενειακές μετακινήσεις του ιδιοκτήτη του. Μπορεί δηλαδή από μόνος του, να επιμερίζει τα ποσά των εξόδων κίνησης κ.λπ. του ΙΧΕ, σε αυτά που θεμελιώνεται η συσχέτισή τους με την επιχειρηματική του δραστηριότητα (άρα, εκπίπτουν) και σε εκείνα που εκτιμά ότι αφορούν την ιδιωτική του ζωή.

Ως προς τον ΦΠΑ, σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. δ και ε της παρ. 4, του άρθρου 30, ο ΦΠΑ που επιβαρύνει έξοδα μετακίνησης για το προσωπικό ή τους εκπροσώπους της επιχείρησης, καθώς και οι δαπάνες καυσίμων, επισκευής, συντήρησης, μίσθωσης και κυκλοφορίας γενικά των επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης μέχρι εννέα (9) θέσεων,  δεν εκπίπτει από τον φόρο των εκροών της αντίστοιχης περιόδου. Συνεπώς, δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι δαπάνες αυτές.

Τα παραπάνω ισχύουν και για την περίπτωση του leasing (ή μακροχρόνια μίσθωση) ως προς τον ΦΠΑ. Σχετικά με την φορολογική αντιμετώπιση του εξόδου leasing έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 24, του ΚΦΕ (Ν 4172/2013). Βάσει των ανωτέρω διατάξεων, ως έξοδα αναγνωρίζονται:

α) το τόκος με τον οποίο επιβαρύνεται η επιχείρηση, καθώς και

β) η ετήσια απόσβεση του μισθωμένου αυτοκινήτου.

Σημειώνεται ότι, υπό προϋποθέσεις (παρ. 2, άρθρο 24, ΚΦΕ), οι φορολογικές αποσβέσεις, κατά τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα διενεργούνται και εκπίπτουν από τον μισθωτή, σε περίπτωση χρηματοοικονομικής μίσθωσης και όχι από την εταιρεία leasing .

Το υπόλοιπο μέρος του μισθώματος  αφορά αποπληρωμή κεφαλαίου (δανείου) και δεν αποτελεί δαπάνη (βλ. Πολ. 1073/2015).

Κατά την άποψή μας, η απόκτηση του αυτοκινήτου με leasing, ή μακροχρόνια μίσθωση (χρηματοοικονομική μίσθωση), στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ισχυροποιεί την συσχέτιση των εξόδων του με αυτήν και επομένως δικαιολογεί με μεγαλύτερη ασφάλεια την καταχώριση των δαπανών στα βιβλία της επιχείρησης.

Από το «Βήμα των Λογιστών» του http://epixeirisi.gr/
«Λογιστικές Εφαρμογές» Νίκος Σγουρινάκης, Έκδοση ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ 2017, σελίδες 86 και 129 κ.ε.