30 Iανουαρίου: Γιορτάζουν σήμερα οι Τρεις Ιεράρχες

Οι κορυφαίοι πατέρες της Εκκλησίας και Οικουμενικοί Δάσκαλοι, που ένωσαν αρμονικά τον Ελληνισμό με τον Χριστιανισμό.

Το πνεύμα των Τριών Ιεραρχών ένωσε αρμονικά τον Ελληνισμό με το Χριστιανισμό, γι’ αυτό τους γιορτάζει η Εκκλησία και η Ελληνική παιδεία τους τιμά.

Του ΓΙΩΡΓΟΥ
ΤΖΕΡΑΒΙΝΗ
Καθηγητή

Είναι οι οικουμενικοί διδάσκαλοι, οι προστάτες των Ελληνικών γραμμάτων, οι φωτεινές μορφές, που φύτεψαν με το λόγο τους το σπόρο της αλήθειας κι εσφράγισαν με την πράξη τους το κήρυγμά τους.

Για τους τρεις μεγάλους Ιεράρχες της Εκκλησίας υπάρχουν και ιδιαίτερες γιορτές και κοινή γιορτή, τις 30 Γενάρη. Η κοινή αυτή γιορτή καθιερώθηκε γύρω στο τέλος του 11ου αιώνα, στα χρόνια του Αλεξίου του Κομνηνού. Ο λόγος δε της καθιέρωσής της υπήρξε η διαμάχη που ξέσπασε τότε ανάμεσα στους ορθόδοξους που διαιρέθηκαν σε κόμματα, καθένα από τα οποία προτιμούσε και θεωρούσε σπουδαιότερο ένα από τους τρεις. Η διαμάχη αυτή παραλίγο να δημιουργήσει σχίσμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, που θέλοντας να σταματήσει τη διχόνοια και να τιμήσει ισάξια τους τρεις Ιεράρχες, καθιέρωσε κοινή για τους τρεις γιορτή.

Βασίλειος ο Μέγας (330- 379 μ.Χ.). Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ένας από τους σπουδαίους πατέρες τους μεγάλους ρήτορες και διδασκάλους της Εκκλησίας μας. Γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας από οικογένεια χριστιανική και εύπορη. Ο πατέρας του ήταν δά- σκαλος της ρητορικής στον Πόντο. Η μητέρα του Εμμέλεια ήταν από τις πιο μορφωμένες και ενάρετες γυναίκες της εποχής. Το ίδιο εξαίρετη ήταν και η γιαγιά του Μακρινή. Γι’ αυτές τις δύο και για τις όμοιές τους χριστιανές μητέρες, ο σοφός ειδωλολάτρης Λιβάνιος έλεγε θαυμάζοντας: «Θεοί της Ελλάδας! Πόσο θαυμάσιες γυναίκες έχουν οι χριστιανοί».

Σπούδασε πρώτα στην Καισάρεια, έπειτα στην Κωνσταντινούπολη Θεολογία, νομικά και συνέχεια στην Αθήνα. Πέντε χρόνια στην Αθήνα διδάχτηκε τη φιλοσοφία, ρητορική, αστρονομία, ιατρική και γεωμετρία. Εκεί συνδέθηκε με βαθιά και ισόβια φιλία και αγάπη με το σπουδαστή του Γρηγόριο το Ναζιανζηνό. Τελειώνοντας τις σπουδές τους γύρισε στην Καισάρεια. Επισκέφτηκε πολλά μοναστήρια στη Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτο και τελευταία στον Πόντο. Όταν γύρισε από τον Πόντο, χειροτονήθηκε διάκονος, πρεσβύτερος και επίσκοπος Καισάρειας. Υπήρξε πραγματικά μεγάλος Επίσκοπος. Πούλησε όλη του την περιουσία και ό,τι εισέπραξε τη διέθεσε για το κοινό καλό. Ίδρυσε σειρά φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων για τους φτωχούς και τους αρρώστους. Πτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, νοσοκομείο, γηροκομείο, λεπροκομείο, μια ολόκληρη συνοικία φιλανθρωπική με το όνομα «Βασιλειάδα». Ο Μ. Βασίλειος ως επίσκοπος καταπολέμησε τον αρειανισμό με τόλμη, χωρίς να φοβηθεί τις απειλές των ισχυρών της εποχής του, γλιτώνοντας την ορθοδοξία. Όπως δεν φοβήθηκε ποτέ τις απειλές του αρειανόφιλου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ουάλη, που έστειλε τον έπαρχό του Μοδέστο σε πολλούς επισκόπους για να τους αναγκάσει να παραδεχτούν την αίρεση του Αρείου. Ο Μ. Βασίλειος έγραψε πολλά συγγράμματα, 300 επιστολές και τη λειτουργία που φέρνει το όνομά του «Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου» και γίνεται στην εκκλησία μας δέκα φορές το χρόνο. Οι διαρκείς κόποι του, κλόνισαν νωρίς την υγεία του. Και έπειτα από επί- μονη αρρώστια ο Μ. Βασίλειος πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379 μ.Χ. και κηδεύτη- κε με το θρήνο όλου του λαού και ιδίως των φτωχών της περιφέρειάς του. Η Εκ- κλησία τιμά τη μνήμη την 1η Ιανουαρίου.

Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (329-401 μ.Χ.). Πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως, άγιος και Θεολόγος. Γεννήθηκε στην Αριανζό, κωμόπολη κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας από γονείς μορφωμένους και ευσεβείς. Ο πατέρας του ήταν επίσκο- πος στη Ναζιανζό και η μητέρα του έδωσε στο μικρό Γρηγόριο τις πρώτες χριστιανι- κές κατευθύνσεις. Σπούδασε στην Καισ- σάρεια και στην Αλεξάνδρεια. Σπούδασε έξι χρόνια φιλοσοφία και ρητορική στην Αθήνα. Συνδέθηκε με βαθιά φιλία με το Βασίλειο με τον οποίο, όπως έγραψε είχε «μια ψυχή σε δύο σώματα χωρισμένη». Το 361 μ.Χ. χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και απέφευγε επίμονα το αξίωμα του Επισκόπου. Τελικά τον έπεισε ο Μ. Βασίλειος, ο οποίος και τον χειροτόνησε. Την εποχή εκείνη στην Κων/πολη είχε τόσο επικρατήσει ο αρειανισμός, ώστε μόνο λίγοι πι- στοί παρέμειναν στην Ορθοδοξία. Αυτοί οι λίγοι σκέφτηκαν ότι μόνο ο Γρηγόριος με τη βαθιά θεολογική μόρφωση και τη ρητορική του ικανότητα μπορούσε να δώσει τη μάχη και να σώσει την Ορθοδοξία. Από τον άμβωνα του μικρού ναού της Αγίας Αναστασίας εκφώνησε πέντε περίφημους λόγους, με τους οποίους υποστήριξε τη Θεότητα του Λόγου, δηλαδή του Χριστού.

Η Ορθοδοξία είχε θριαμβεύσει και πάλι και ο μεγάλος αυτός κήρυκας της Θεότητας του Λόγου, ονομάστηκε Θεολόγος. Τον Ουάλη διαδέχτηκε τότε ο αυτοκράτορας Μέγας Θεοδόσιος, ο οποίος αναγνωρίζοντας την αξία του Γρηγορίου τον ανέδειξε Πατριάρχη Κων/λεως. Σ’ αυτόν ανατέθηκε και η προεδρία της Β’ Οικουμενικής Συνόδου (381 μ.Χ.) που καταπολέμησε την αίρεση του Μακεδόνιου. Επειδή αρκετοί επίσκοποι είχαν αντιρρήσεις για την εκλογή του, παραιτήθηκε κι έφυγε για τη Ναζιανζό για να αφοσιωθεί στη μελέτη της Γραφής, την προσευχή και τη συγγραφή. Πέθανε το (401 μ.Χ). Έγραψε επιστολές, λόγους, ποιήματα και άφησε ολόκληρη την περιουσία του στην Εκκλησία της Ναζιανζού και στους φτωχούς, αφού θυσίασε τη ζωή του για την ειρήνη της Εκκλησίας και για το κοινό καλό. Η μνήμη του γιορτάζεται στις 25 Ιανουαρίου.

Ιωάννης ο Χρυσόστομος (345 – 407 μ.Χ.). Οικουμενικός Πατριάρχης και αξιόλογος εκκλησιαστικός συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας. Έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα. Έτσι τη μόρφωσή του ανέλαβε η μητέρα του Ανθούσα. Ενάρετη και μορφωμένη Χριστιανή. Σπούδασε ελληνική φιλοσοφία και ρητορική στην περίφημη σχολή της Αντιόχειας. Μετά εξάσκησε στην Αντιόχεια το δικηγορικό επάγγελμα. Όταν πέθανε η μη- τέρα του έγινε ασκητής. Γύρισε στην Αντι

όχεια, όπου χειροτονήθηκε διάκονος το 380 μ.Χ. και μετά πέντε χρόνια πρεσβύτερος. Η φήμη του πέρασε τα όρια της Αντιόχειας και όταν χήρεψε ο αρχιεπισκοπικός θρόνος της Κων/λης, ο αυτοκράτορας Αρκάδιος το 398 μ.Χ. εκπληρώνοντας τη λαϊκή απαίτηση τον κάλεσε στην Κων/λη για να γίνει Πατριάρχης.

Με το κήρυγμά του καταπολέμησε τους αρειανούς. Το υπέροχο κήρυγμά του καταγοήτευσε το εκκλησίασμά του, γι’ αυτό και τον ονόμασαν Χρυσόστομο. Όλοι μιλούσαν για το “χρυσάφι των λόγων του” γι’ αυτό και τον ονόμασαν Χρυσόστομο. Δε δίστασε να ελέγξει και την αυτοκράτειρα Ευδοξία για τη σπάταλη και ασέβαστη ζωή της κι αυτή πρόσταξε την εξορία του. Εκεί στην εξορία πέθανε ο Χρυσόστομος το 407 μ.Χ. Ύστερα από τριάντα χρόνια μετέφεραν το λείψανό του στην Κων/λη και το έθαψαν στο Ναό των Αγίων Αποστόλων. Έγραψε τη «Λειτουργία του Χρυσοστόμου» που ακούμε κάθε Κυριασκή στην Εκκλησία. Ακόμη βιβλία μοναχικού βίου, ηθικά, δογματικά και παιδαγωγικά. Η εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη του στις 13 Νοεμβρίου και την «ανακομιδή» των λειψάνων του στην Κων/λη στις 27 Ιανουαρίου.

Οι τρεις Ιεράρχες είναι οι κορυφαίοι Πατέρες της Εκκλησίας, που συνταίριασαν τα γράμματα με τη θρησκεία, την Παιδεία με την Εκκλησία. Που θυσίασαν τον εαυτό τους στο βωμό της αγάπης.

Από την έντυπη έκδοση “ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ”