ΤΖΕΡΑΒΙΝΗΣ: “Το Αίγιο είναι το λίκνο της ψυχής μου!”

Τι υπέροχες αναµνήσεις έχω από τα παιδικά µου χρόνια!

Ήταν χρόνια όµορφα, ζωντανά, χαρούµενα, ευτυχισµένα! 

 

Η ζωή στο στολισµένο µε φως του ήλιου και τα χρώµατα της θάλασσας Αίγιο, κυλούσε ήσυχη και γαλήνια και άφησε βαθιά στην καρδιά µου πολύ – πολύ ευχάριστες αναµνήσεις. 

Του ΓΙΩΡΓΟΥ
ΤΖΕΡΑΒΙΝΗ
Καθηγητή

Σήµερα κλειδώνεις τις µνήµες για το όµορφο παρελθόν του Αιγίου και πετάς το κλειδί, για να µην έρχονται και ξύνουν πληγές που αιµορραγούν, ελπίζοντας σε µια επούλωση αµφίβολη, που σίγουρα θ’ αργήσει.

Άφησα πίσω µου κοµµάτια που τόσο µε σηµαδέψανε και σπάνια γύρισα τη µνήµη µου να τα µαζέψει. Ίσως γιατί πονάνε. Ίσως, πάλι γιατί τα καινούργια έχουν άλλη γοητεία, µια άλλη ελπίδα ότι τα πράγµατα θα γίνουν καλύτερα, που ξέρεις, ας δούµε!

Μ’ αρέσει η πόλη µου, γιατί εδώ ο ήλιος δεν τσιγκουνεύεται το φως, που η µέρα δεν είναι φειδωλή που το απέραντο γαλάζιο ουρανού και θάλασσας σου ζωγραφίζει την αθανασία. Αίγιο, ένας κόσµος που δυστυχώς χάθηκε. Ένας κόσµος της γειτονιάς και των απλών ανθρώπων. Είναι οι µνήµες που πηγαίνουν πάντα προς το παρελθόν.

Αισθάνοµαι έναν ενθουσιασµό για αυτή τη χίµαιρα, ότι θα δω το Αίγιο, την πόλη της καρδιάς µου, που επί 77 χρόνια δεν έφυγα ποτέ (εκτός από τις σπουδές µου), πριν φύγω από τον µάταιο τούτο κόσµο, µια όµορφη πόλη! Μ’ αρέσει να βρίσκοµαι στην αναντικατάστατη αγκαλιά του κόσµου του Αιγίου, που µ’ έχει µεγαλώσει ζώντας ανάµεσά του. Είµαι δεµένος µε ποικίλους συναισθηµατικούς δεσµούς και σχέσεις και νιώθω την ανάγκη να ανακοινώνω τις εντυπώσεις και τις συγκινήσεις µου, να µοιράζοµε µαζί του, ότι είδα, άκουσα, γεύτηκα, άγγιξα και µύρισα µέσα στην κόσµο που ζω. Η ψυχή µου γεµίζει βαθιά από συγκίνηση και αγάπη, γιατί η πόλη µου ιστορεί τον κόσµο που µας κρατάει δεµένους µαζί του.

Το Αίγιο είναι δεµένο µε τη ζωή µου, έχει ριζώσει στην καρδιά µου. Μια δύναµη ακατανίκητη µε τραβάει και µε κρατεί κοντά του. Με δέχεται στοργικά να µε ξεκουράσει, να µου δώσει γαλήνη, να µε προστατέψει από τους κινδύνους που παραµονεύουν, να µε παρασύρουν, από τους κακούς ανθρώπους απ’ όλα.

Κάθε γωνιά του, είναι κι ένας κόσµος µε πολλές αναµνήσεις, µε χαρές και µε λύπες, που άλλες πέρασαν κι έφυγαν κι άλλες µένουν ακόµα παντοτινή µας συντροφιά.

Το Αίγιο, έχει πάντα την πόρτα του ανοιχτή. Αυτό ακούει το κλάµα, τα γέλια, τον πόνο µας, την στενοχώρια µας, την οικογενειακή ευτυχία. Είναι ο ευλογηµένος τόπος. Πόσες φορές όταν το σούρουπο ερχόταν απαλό καθόµουν σ’ ένα παγκάκι στα Ψηλαλώνια, το µεγάλο µπαλκόνι του Κορινθιακού, θαυµάζοντας τα ασηµένια κύµατα, ενώ το φεγγάρι από ψηλά µου γελούσε χωρίς να κρατιέται και χωρίς να πέφτει στα σκούρα νερά. Απέναντί µου τα περιγιάλια της Ρούµελης, σαν να κλείνουν το σµαράγδι του Κορινθιακού κόλπου, σφίγγοντάς του όπως το δακτυλίδι την πέτρα του. Τίποτα δεν µπορεί, να συγκριθεί µ’ αυτή τη λίµνη του Κορινθιακού που είναι ένα ποίηµα.

‘Ολο το θέαµα είναι µια ευλογία Κυρίου. Λατρεύω την πόλη µου σε δέκα λεπτά πηγαίνεις στη θάλασσα που είναι τόσο θεραπευτική και χαλαρωτική. Τα Ψηλαλώνια στις δόξες τους µπορούσαν να χωρέσουν τον κόσµο όλης της γης, που µπορούσε να χορέψει και να τραγουδήσει.

Ο κάθε άνθρωπος ποτέ δεν ξεχνάει τον τόπο του. Όπου και να γυρίσει η νοσταλγία πάντα θα τον φέρνει στον τόπο που γεννήθηκε, εκεί που έζησε µαζί µε τους δικούς του τα πρώτα χρόνια του. Για τούτο και ο ξενιτεµένοι θέλουν να γυρίσουν έστω και την τελευταία στιγµή της ζωής τους και ν’ αφήσουν σ’ αυτή την ύστερή τους πνοή. Επιστροφή τους στο ωραίο Αίγιο είναι τ’ όνειρό τους το όµορφο.

Αγαπώ την πόλη µου, το πατρικό µου σπίτι, γιατί σ’ αυτό γνώρισα τους γονείς µου που µου έδωσαν τη ζωή.

Το Αίγιο µε δίδαξε να µάθω πως η πόλη µου είναι τόπος ιερός, είναι η χιλιοτραγουδισµένη η πανέµορφη ΑΙΓΙΩΤΙΣΣΑ. Για το σηµερινό Αίγιο θα κλείσω µε µια φράση του Νίτσε:

«Η ελπίδα είναι στην πραγµατικότητα το χειρότερο κακό, αφού επιµηκύνει το µαρτύριο».

Αλήθεια πόσοι ∆ήµαρχοι υποσχέθηκαν ότι το Αίγιο, θα γίνει µια όµορφη πόλη;

 

Από την έντυπη έκδοση “ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ”